masaüstü
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- masaüstü < masa + üst (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική desktop
Ουσιαστικό
επεξεργασίαmasaüstü (tr)
- (πληροφορική)
- ο (σταθερός) ("επιτραπέζιος") υπολογιστής
- η επιφάνεια εργασίας του υπολογιστή
masaüstü (tr)