Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

maroon (en)

  1. καστανέρυθρος
  2. τιμωρώ κάποιον εγκαταλείποντάς τον σε ερημονήσι
    παρατώ κάποιον συνειδητά σε ερημονήσι, εγκαταλείπω, περιορίζω