malica
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | malica | malicaj |
αιτιατική | malican | malicajn |
malica (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | malica | malicaj |
αιτιατική | malican | malicajn |
malica (eo)