Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
lower back lower backs

  Ετυμολογία επεξεργασία

lower back < → δείτε τις λέξεις lower και back

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

lower back (en)

  • (ανθρώπινο σώμα) η μέση
    Does your lower back hurt?
    Πονάει η μέση σου;
    He is wearing a belt to protect his lower back.
    Αυτός φοράει ζώνη για να προστατέψει τη μέση του.