ενεστώτας log in
γ΄ ενικό ενεστώτα logs in
αόριστος logged in
παθητική μετοχή logged in
ενεργητική μετοχή logging in

  Ετυμολογία

επεξεργασία
log in < → δείτε τις λέξεις log και in

log in (en)