literally
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | literally |
συγκριτικός | more literally |
υπερθετικός | most literally |
literally (en)
παραθετικά | |
θετικός | literally |
συγκριτικός | more literally |
υπερθετικός | most literally |
literally (en)