ligne de flottaison
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ligne de flottaison → δείτε τις λέξεις ligne και flottaison
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
ligne de flottaison | lignes de flottaison |
ligne de flottaison (fr) θηλυκό
- (ναυτικός όρος) τα ίσαλα ενός πλοίου, ή ίσαλος γραμμή του