life sentence
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
life sentence | life sentences |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαlife sentence (en)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- life sentence στην αγγλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
life sentence | life sentences |
life sentence (en)