license plate
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
license plate | license plates |
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
license plate (en)
- (ΗΠΑ) η πινακίδα κυκλοφορίας, η πινακίδα αυτοκινήτου
Δείτε επίσης επεξεργασία
- license plate στην αγγλική Βικιπαίδεια