laca
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | laca | lacaj |
αιτιατική | lacan | lacajn |
laca (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | laca | lacaj |
αιτιατική | lacan | lacajn |
laca (eo)