Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
lüften
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γερμανικά (de)
1.1
Προφορά
1.2
Ρήμα
1.2.1
Εκφράσεις
1.2.2
Συγγενικά
Γερμανικά
(de)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ρήμα
επεξεργασία
lüften
(de)
αερίζω
(
για μυστικό
)
αποκαλύπτω
Εκφράσεις
επεξεργασία
seinen Hut lüften
-
αποκαλύπτομαι
,
βγάζω
το
καπέλο
μου
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
Luft