kratero
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- kratero < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kratero | krateroj |
αιτιατική | krateron | kraterojn |
kratero (eo)
- ο κρατήρας
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kratero | krateroj |
αιτιατική | krateron | kraterojn |
kratero (eo)