kosmonaŭto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kosmonaŭto | kosmonaŭtoj |
αιτιατική | kosmonaŭton | kosmonaŭtojn |
kosmonaŭto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kosmonaŭto | kosmonaŭtoj |
αιτιατική | kosmonaŭton | kosmonaŭtojn |
kosmonaŭto (eo)