koregrafio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- koregrafio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | koregrafio | koregrafioj |
αιτιατική | koregrafion | koregrafiojn |
koregrafio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | koregrafio | koregrafioj |
αιτιατική | koregrafion | koregrafiojn |
koregrafio (eo)