kilometro
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kilometro | kilometroj |
αιτιατική | kilometron | kilometrojn |
kilometro (eo)
- το χιλιόμετρο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kilometro | kilometroj |
αιτιατική | kilometron | kilometrojn |
kilometro (eo)