kaviaro
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- kaviaro < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kaviaro | kaviaroj |
αιτιατική | kaviaron | kaviarojn |
kaviaro (eo)
- το χαβιάρι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kaviaro | kaviaroj |
αιτιατική | kaviaron | kaviarojn |
kaviaro (eo)