Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
kapsiko
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Εσπεράντο
(eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
kapsiko
<
kapsik
+
-o
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πτώση
ενικός
ονομαστική
kapsiko
αιτιατική
kapsikon
kapsiko
(eo)
η
πιπεριά