jakto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- jakto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | jakto | jaktoj |
αιτιατική | jakton | jaktojn |
jakto (eo)
- το γιοτ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | jakto | jaktoj |
αιτιατική | jakton | jaktojn |
jakto (eo)