Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
interior
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
interior
(en)
εσωτερικός
↪
The
interior
surface of the pan is hot.
Η
εσωτερική
επιφάνεια του τηγανιού είναι ζεστή.
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
inside
≠
αντώνυμα
:
exterior
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
interior
interiors
interior
(en)
το
εσωτερικό
↪
The
interior
of the building is big.
Το
εσωτερικό
του κτιρίου είναι μεγάλο.
≈
συνώνυμα
:
inside