Ετυμολογία

επεξεργασία
instable < λατινική instabilis

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ̃s.tabl/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
instable instables

instable (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία