Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
inquisiteur inquisiteurs

inquisiteur (fr) αρσενικό

  Επίθετο

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό inquisiteur inquisiteurs
θηλυκό inquisitrice inquisitrices

inquisiteur (fr)