Ετυμολογία

επεξεργασία
initiation < λατινική initiatio

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.ni.sja.sjɔ̃/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
initiation initiations

initiation (fr)