Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
indoors
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
αγγλικά
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.3
Πηγές
αγγλικά
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
indoors
<
indoor
+
-s
Επίρρημα
επεξεργασία
indoors
(en)
(
χωρίς παραθετικά
)
μέσα
σε κτήριο
⮡
It was raining so I stayed
indoors
.
Έβρεχε κι έτσι έμεινα
μέσα
.
⮡
It’s a sin to stay
indoors
on such a beautiful day.
Είναι αμαρτία να μένεις
μέσα
τέτοια όμορφη μέρα.
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
inside
≠
αντώνυμα
:
outdoors
Πηγές
επεξεργασία
indoors
-
Oxford Learner's Dictionaries