indonezianino
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- indonezianino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | indonezianino | indonezianinoj |
αιτιατική | indonezianinon | indonezianinojn |
indonezianino (eo)