indianino
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- indianino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | indianino | indianinoj |
αιτιατική | indianinon | indianinojn |
indianino (eo)
- η Ινδή
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | indianino | indianinoj |
αιτιατική | indianinon | indianinojn |
indianino (eo)