indépendance
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- indépendance < indépendant
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
indépendance | indépendances |
indépendance (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
indépendance | indépendances |
indépendance (fr) θηλυκό