improductif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | improductif | improductifs |
θηλυκό | improductive | improductives |
Επίθετο
επεξεργασίαimproductif (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | improductif | improductifs |
θηλυκό | improductive | improductives |
improductif (fr) αρσενικό