importance
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαimportance (en) (μη μετρήσιμο)
- η σημασία, η σπουδαιότητα
- ↪ The issue doesn’t have much importance.
- Το θέμα δεν έχει πολλή σημασία.
- ↪ What’s the importance of him being alone or not?
- Έχει σημασία αν ήταν μόνος ή όχι;
- ↪ Don’t attach importance to what people say.
- Μη δίνεις σημασία τι λέει ο κόσμος.
- ≈ συνώνυμα: anything και significance
- ↪ The issue doesn’t have much importance.
Πηγές
επεξεργασία- importance - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 787. ISBN 9780194325684., λήμμα: σημασία
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαimportance (fr) θηλυκό
- η σημασία, η σπουδαιότητα