imperiestro
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | imperiestro | imperiestroj |
αιτιατική | imperiestron | imperiestrojn |
imperiestro (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | imperiestro | imperiestroj |
αιτιατική | imperiestron | imperiestrojn |
imperiestro (eo)