idilio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- idilio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | idilio | idilioj |
αιτιατική | idilion | idiliojn |
idilio (eo)
- το ειδύλλιο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | idilio | idilioj |
αιτιατική | idilion | idiliojn |
idilio (eo)