horloĝeto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- horloĝeto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | horloĝeto | horloĝetoj |
αιτιατική | horloĝeton | horloĝetojn |
horloĝeto (eo)
- το ρολογάκι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | horloĝeto | horloĝetoj |
αιτιατική | horloĝeton | horloĝetojn |
horloĝeto (eo)