ενεστώτας hold against
γ΄ ενικό ενεστώτα holds against
αόριστος held against
παθητική μετοχή held against
ενεργητική μετοχή holding against

  Ετυμολογία

επεξεργασία
hold against < → δείτε τις λέξεις hold και against

hold against (en)

  • κρατάω κακία σε κάποιον
    ⮡  He greeted us lovingly to show that he held nothing against us.
    Μας χαιρέτησε με αγάπη να δείξει πως δε μας κρατούσε κακία.
    ⮡  Don’t hold it against me for refusing.
    Μη μου κρατάς κακία που αρνήθηκα.