histeriulo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- histeriulo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | histeriulo | histeriuloj |
αιτιατική | histeriulon | histeriulojn |
histeriulo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | histeriulo | histeriuloj |
αιτιατική | histeriulon | histeriulojn |
histeriulo (eo)