higrometro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- higrometro < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | higrometro | higrometroj |
αιτιατική | higrometron | higrometrojn |
higrometro (eo)
- το υγρόμετρο