heurt
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- heurt < heurter
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
heurt | heurts |
heurt (fr) αρσενικό
- η σύγκρουση
- η πρόσκρουση
- η αντίθεση
ενικός | πληθυντικός |
heurt | heurts |
heurt (fr) αρσενικό