heureux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- heureux < heur
Προφορά
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | heureux | heureux |
θηλυκό | heureuse | heureuses |
heureux (fr)