hemofilio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- hemofilio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hemofilio | hemofilioj |
αιτιατική | hemofilion | hemofiliojn |
hemofilio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hemofilio | hemofilioj |
αιτιατική | hemofilion | hemofiliojn |
hemofilio (eo)