happen upon
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | happen upon |
γ΄ ενικό ενεστώτα | happens upon |
αόριστος | happened upon |
παθητική μετοχή | happened upon |
ενεργητική μετοχή | happening upon |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαhappen upon (en)
- άλλη μορφή του happen on
- ⮡ I happened upon the very thing I was looking for.
- Έπεσα πάνω ακριβώς σ' αυτό που ζήταγα.
- ⮡ I happened upon the very thing I was looking for.
Πηγές
επεξεργασία- happen upon - Cambridge Dictionary online
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 697-699. ISBN 9780194325684., λήμμα: πέφτω