hanté
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | hanté | hantés |
θηλυκό | hantée | hantées |
hanté (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | hanté | hantés |
θηλυκό | hantée | hantées |
hanté (fr) αρσενικό