haitiano
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- haitiano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | haitiano | haitianoj |
αιτιατική | haitianon | haitianojn |
haitiano (eo)
- ο Αϊτιανός
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | haitiano | haitianoj |
αιτιατική | haitianon | haitianojn |
haitiano (eo)