guldeno
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- guldeno < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | guldeno | guldenoj |
αιτιατική | guldenon | guldenojn |
guldeno (eo)
- το φλορίνι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | guldeno | guldenoj |
αιτιατική | guldenon | guldenojn |
guldeno (eo)