Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
grisâtre
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
grisâtre
<
gris
+
-âtre
Επίθετο
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
grisâtre
grisâtres
grisâtre
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
γκριζωπός
,
σταχτερός
Συγγενικά
επεξεργασία
(
σπάνιο
)
grisâtrement