grafito
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | grafito | grafitoj |
αιτιατική | grafiton | grafitojn |
grafito (eo)
- ο γραφίτης
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | grafito | grafitoj |
αιτιατική | grafiton | grafitojn |
grafito (eo)