graduation
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαgraduation (en)
- (μη μετρήσιμο) η αποφοίτηση
- ⮡ With your graduation from school, an important chapter of your life closes.
- Με την αποφοίτησή σας από το σχολείο κλείνει ένα σημαντικό κεφάλαιο της ζωής σας.
- ⮡ With your graduation from school, an important chapter of your life closes.
- η βαθμονομική εγχάραξη
Πηγές
επεξεργασία
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- graduation < graduer
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
graduation | graduations |
graduation (fr) θηλυκό