golfeto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | golfeto | golfetoj |
αιτιατική | golfeton | golfetojn |
golfeto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | golfeto | golfetoj |
αιτιατική | golfeton | golfetojn |
golfeto (eo)