ενεστώτας go without
γ΄ ενικό ενεστώτα goes without
αόριστος went without
παθητική μετοχή gone without
ενεργητική μετοχή going without

  Ετυμολογία

επεξεργασία
go without < → δείτε τις λέξεις go και without

go without (en)