gladiolo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- gladiolo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | gladiolo | gladioloj |
αιτιατική | gladiolon | gladiolojn |
gladiolo (eo)
- η γλαδιόλα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | gladiolo | gladioloj |
αιτιατική | gladiolon | gladiolojn |
gladiolo (eo)