giggle
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαgiggle (en)
- χαχανίζω, χασκογελάω, γελάω (και ακούγονται ήχοι συνήθως μέτριας έντασης), γελάω νευρικά
Σημειώσεις
επεξεργασία- για δυνατότερης έντασης γέλιο λέμε: guffaw
Ουσιαστικό
επεξεργασίαgiggle (en)