Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɡa.ʀɑ̃s/

  Επίθετο επεξεργασία

ενικός πληθυντικός
garance garance

garance (fr) αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο

Les pantalons garance des fantassins. Τα άλικα παντελόνια των στρατιωτών.

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
garance garances

garance (fr) θηλυκό

→ δείτε τη λέξη  alizari
  • το χρώμα που βγαίνει από αυτό το φυτό

Συγγενικά επεξεργασία