gambler
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
gambler | gamblers |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαgambler (en)
- ο χαρτοπαίκτης, ο τζογαδόρος, άτομο που ρισκάρει χρήματα σε χαρτιά, σε ιπποδρομίες κτλ.
ενικός | πληθυντικός |
gambler | gamblers |
gambler (en)